Ρεκαρέδος Α΄
Ρεκαρέδος Α΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Flavius Reccaredus, Recaredus (Λατινικά) |
Γέννηση | 559 ή 559[1] Σεβίλλη |
Θάνατος | 21 Δεκεμβρίου 601 Τολέδο |
Χώρα πολιτογράφησης | Βησιγοτθικό Βασίλειο |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Ισπανικά[2] |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | μονάρχης |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Μπάντο (βασίλισσα) |
Τέκνα | Λιούβα Β΄ |
Γονείς | Λιουβιγγέλδος |
Αδέλφια | Ερμινίγγελδος |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | βασιλιάς των Βησιγότθων (586–601) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Ρεκαρέδος Α΄ (559 - 601) βασιλιάς των Βησιγότθων της Ισπανίας (586 - 601) ήταν γιος και διάδοχος του βασιλιά των Βησιγότθων Λιουβιγγέλδου και της πρώτης συζύγου του, Θεοδοσίας. Η βασιλεία του έμεινε γνωστή στην ιστορία για μια κορυφαία θρησκευτική αλλαγή: οι Βησιγότθοι απαρνήθηκαν τον Αρειανισμό και ασπάστηκαν τον Ορθόδοξο Ρωμαϊκό Χριστιανισμό. Η πρωτεύουσα τού βασιλείου του παρέμεινε το Τολέδο. Οι προκάτοχοί του όπως είναι γνωστό, είχαν ασπαστεί τον Αρειανισμό, ενώ ο λαός του Βησιγοτθικού βασιλείου πίστευε στο ορθόδοξο δόγμα της Χαλκηδόνας (της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου). Ο επίσκοπος Λέανδρος της Σεβίλλης προσπάθησε να ενισχύσει τον μεγαλύτερο γιο και διάδοχο του Λιουβιγγέλδου Ερμινίγγελδο στο δόγμα της Χαληδόνας, όταν υποστήριξε την επανάσταση εκείνου εναντίον τού πατέρα του, αλλά εξορίστηκε. Σε λίγες εβδομάδες ο βασιλιάς Λιουβιγγέλδος απεβίωσε (21 Απριλίου 586) και ο Λέανδρος της Σεβίλλης επέστρεψε από την εξορία. Ο νέος βασιλιάς Ρεκαρέδος Α΄ έγινε αποδεκτός από τους ευγενείς χωρίς αντίσταση.
Η μεταστροφή των Βησιγότθων στην Ορθόδοξη θρησκεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Ιανουάριο του 587 ο Ρεκαρέδος Α΄ απεκήρυξε τον Αρειανισμό και ασπάστηκε το ορθόδοξο δόγμα της Χαλκηδόνας, στο οποίο πίστευε ο λαός. Η μεγάλη αλλαγή έγινε αποδεκτή από την μεγάλη πλειοψηφία των Βησιγότθων ευγενών, δεν έγινε όμως αποδεκτή από τους ευγενείς που ζούσαν στη Σεπτιμανία, πέρα από τα Πυρηναία. Ο αρχηγός τής εξέγερσης είχε τον τίτλο "Νέος Άρειος" και τον ακολούθησαν οι περισσότεροι ευγενείς, που κάλεσαν σε βοήθεια τον Γκούντραμ δούκα της Βουργουνδίας. Ο Γκούντραμ έστειλε τον Δούκα Δεσιδέριο, αλλά οι επαναστάτες συνετρίβησαν και ακολούθησε γενική σφαγή, ο ίδιος ο Δεσιδέριος σκοτώθηκε.[3] Η δεύτερη εξέγερση ξεκίνησε στη δύση, στη Λουζιτανία (σημερινή Πορτογαλία) με αρχηγούς τον Αρειανό επίσκοπο της Μέριδα Σούννα και τον κόμη Σέγκο. Ο δούκας Κλαύδιος της Λουζιτανίας κατέπνιξε την εξέγερση, ο Σούννα εξορίστηκε στη Μαυριτανία και ο Σέγκο αποσύρθηκε στην Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλισίας.[4] Στα τέλη τού 588 ακολούθησε μία τρίτη εξέγερση, στην οποία ηγήθηκαν ο επίσκοπος Ουλντίλα και η χήρα βασίλισσα Γκοϊσβίνθα, αλλά η εξέγερση απέτυχε και ο Ουλντίλα εξορίστηκε.[5]
Η Γ΄ Σύνοδος του Τολέδο ανακηρύχθηκε τον Μάιο του 589 από τον επίσκοπο Λέανδρο της Σεβίλλης και έδωσε τον τόνο για την μεταστροφή του Βησιγοτθικού βασιλείου στην Ορθόδοξη θρησκεία. Στη Σύνοδο αναγνώσθηκε η διακήρυξη τού βασιλιά Ρεκαρέδου Α΄ -ο οποίος ήταν απών- σαν Ιερό κείμενο με θεία έμπνευση. Ο επίσκοπος Λέανδρος κάλεσε κατόπιν τον αδελφό του Ισίδωρο να προχωρήσει στην διακήρυξη, που σχετίζεται με τον "θρίαμβο της εκκλησίας από την μεταστροφή των Γότθων": το κείμενο διατηρείται μέχρι τις ημέρες μας. Ο Λέανδρος και οι Ρωμαίοι επίσκοποι οργάνωσαν ένα πρόγραμμα, με το οποίο οι Εβραίοι θα έπρεπε να ασπαστούν έστω και με την βία τον χριστιανισμό και οι Αρειανοί να εκδιωχθούν ως αιρετικοί. Η Ορθόδοξη Εκκλησία καταγράφει λεπτομερώς τις διώξεις των μετέπειτα Βησιγότθων βασιλέων απέναντι στους αλλόθρησκους. Η μεταστροφή αυτή φάνηκε και στο φαινόμενο ότι οι επίσκοποι θα διάλεγαν τον διάδοχο τού βασιλιά μέσα από την βασιλική οικογένεια, και όχι οι ευγενείς όπως γινόταν μέχρι τότε. Οι κατακτητές Γερμανοί Βησιγότθοι και οι κατακτημένοι Ιβηρο-Ρωμαίοι που ζούσαν πριν την έλευσή τους, συγχωνεύτηκαν από τότε σταδιακά σε έναν λαό, τον σημερινό Ισπανικό. Η Γοτθική γλώσσα έχασε την επισημότητά της στα Γοτθικά κείμενα μετά την κατάργηση του Αρειανισμού, από τη δεκαετία του 580 άλλαξαν επίσης τα ενδύματα και οι θρησκευτικές τελετές.[6]
Κριτικές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι παλαιότεροι ιστορικοί τόνιζαν τις σκληρές διώξεις του Ρεκαρέδου Α΄ εναντίον των Εβραίων, όπως ήταν ορατές από τις αποφάσεις των θρησκευτικών Συνόδων.[7] Οι σύγχρονοι ιστορικοί ωστόσο μελετώντας περισσότερο τις πηγές έχουν αλλάξει άποψη: ο Ρεκαρέδος Α΄ συνέχισε την μετριοπαθή πολιτική των προκατόχων του αποφεύγοντας τις ακρότητες.[8] Ο πάπας Γρηγόριος Α΄ στις επιστολές του είχε συστήσει την προσοχή τού βασιλιά να μην δεχτεί καμιά από τις δωροδοκίες της Εβραϊκής κοινότητας, που ήταν εκείνη την εποχή πανίσχυρη σε ολόκληρη τη Μεσόγειο.[9] Ο προσηλυτισμός των Ιουδαίων ωστόσο ήταν πολύ μικρός: ο Ρεκαρέδος Α΄ αγνόησε τις σκληρές συστάσεις του πάπα, όπως εκτελέσεις ή νόμους που τους απαγορεύουν να κάνουν εμπόριο δούλων στην Ναρμπόν. Ο ιστορικός Έντουαρντ-Άρθουρ Τόμσον μελέτησε τις αποφάσεις των πέντε Συνόδων και δεν βρήκε κανένα μειονέκτημα για την Ιουδαϊκή κοινότητα.[10]
Οι πληροφορίες σχετικά με τα τελευταία χρόνια της βασιλείας του Ρεκαρέδου Α΄ ήταν σπάνιες, ο Ιωάννης του Μπίκλαρο (π. 540 – 621) που έγραψε στην εποχή του, διακόπτει την αφήγησή του στην Γ΄ Σύνοδο του Τολέδο. Ο αδελφός τού επισκόπου Λεάνδρου, Ισίδωρος της Σεβίλλης, τον εξυμνεί για την ειρηνική του βασιλεία, την ευσέβεια και την γενναιοδωρία του. Ο Ρεκαρέδος Α΄ επέστρεψε πολλά κτήματα, που είχε κατασχέσει ο πατέρας του, ενώ ίδρυσε πολλές εκκλησίες και μοναστήρια. Ο πάπας Γρηγόριος Α΄ σε επιστολή του τον Αύγουστο του 599 τον εξυμνεί, επειδή μετέδωσε στον λαό του την αληθινή πίστη τού Ιησού και για το γεγονός ότι απέρριψε όλες τις δωροδοκίες των Εβραίων. Ο πάπας απέστειλε ως δώρα στον Ρεκαρέδο Α΄ ένα κομμάτι του Τίμιου Σταυρού, θραύσματα από τις αλυσίδες του Αποστόλου Πέτρου και μερικά μαλλιά του Ιωάννη του Βαπτιστή. Ο Ρεκαρέδος Α΄ απεβίωσε μάλλον από φυσικά αίτια στην πρωτεύουσά του, Τολέδο, και τον διαδέχθηκε ο γιος του Λιούβα Β΄.[11]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. mub20211133643. Ανακτήθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2021.
- ↑ Τσεχική Εθνική Βάση Δεδομένων Καθιερωμένων Όρων. mub20211133643. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2022.
- ↑ John of Biclaro, Chronicle, 91. Translated in Kenneth Baxter Wolf, Conquerors and Chroniclers of Early Medieval Spain, second edition (Liverpool: University Press, 1990), σ. 74
- ↑ Guido Donini and Gordon B. Ford, Isidore of Seville's History of the Goths, Vandals, and Suevi, second revised edition (Leiden: E. J. Brill, 1970), σ. 25
- ↑ John of Biclaro, Chronicle, 90; translated by Wolf, σ. 73
- ↑ Walter Pohl, σσ. 119–120
- ↑ Aloysius Ziegler, Church and State in Visigothic Spain (Washington) 1930: "Ziegler unhesitatingly characterizes the kings. as 'fanatically zealous'"
- ↑ Bacharach, "A Reassessment of Visigothic Jewish Policy, 589–711", The American Historical Review 78.1 (February 1973), σσ. 11–34
- ↑ Solomon Katz, The Jews in the Visigothic and Frankish Kingdoms of Gaul and Spain (Harvard University Press) 1937 gives the broad background. Bacharach, "A Reassessment", σ. 15
- ↑ Thompson, The Goths in Spain (Oxford University Press) 1969:112
- ↑ Ann Christys, Christians in Al-Andalus, 711–1000, σ. 37
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Aloysius Ziegler, Church and State in Visigothic Spain (Washington) 1930: "Ziegler unhesitatingly characterizes the kings. as 'fanatically zealous'".
- Ann Christys, Christians in Al-Andalus, 711–1000.
- Bacharach, "A Reassessment of Visigothic Jewish Policy, 589–711", The American Historical Review 78.1 (February 1973).
- John of Biclaro, Chronicle, 91. Translated in Kenneth Baxter Wolf, Conquerors and Chroniclers of Early Medieval Spain, second edition (Liverpool: University Press, 1990).
- Solomon Katz, The Jews in the Visigothic and Frankish Kingdoms of Gaul and Spain (Harvard University Press) 1937 gives the broad background.
- Thompson, The Goths in Spain (Oxford University Press) 1969:112.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Recaredo στο Wikimedia Commons