mandarin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
mandarin mandarins

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mandarin (fr) αρσενικό