τεχνοκράτισσα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- τεχνοκράτισσα < τεχνοκράτης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]τεχνοκράτισσα θηλυκό
- → δείτε τη λέξη τεχνοκράτης
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] τεχνοκράτισσα
|