μισώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μισώ < μισῶ < αρχαία ελληνική μισέω, -ῶ < μῖσος

μισώ

Συνώνυμα

[επεξεργασία]


Συγγενικά

[επεξεργασία]

Σημειώσεις

[επεξεργασία]

Προσοχή! πολλές λέξεις που αρχίζουν από μισ- ή μισο- σημαίνουν κάτι το ατελείωτο, το λειψό

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Ομώνυμα / Ομόηχα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]