Ρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ρα < αρχαία ελληνική Ῥά < αρχαία αιγυπτιακά rˤ
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ρα αρσενικό άκλιτο
- (για τους Αιγύπτιους) ο θεός ήλιος με κεφάλι γερακιού