-ster
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -ster < (κληρονομημένο) μέση αγγλική -ster, -estere < (κληρονομημένο) αγγλοσαξονική -estre (θηλυκή εκδοχή της κατάληξης “-ster”), < πρωτογερμανική *-istrijǭ, *-astrijǭ, < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *-is-ter- (κατάληξη). Συγγενή: παλαιά άνω γερμανικά ‑astria, μέση κάτω γερμανική ‑ester, ολλανδικά ‑ster.
Επίθημα
[επεξεργασία]-ster (en)
επίθημα ουσιαστικών που δηλώνει
- κάποιον που είναι, ή έχει σχέση με κάτι
- spin (κλώθω) > spinster (γεροντοκόρη, αυτή που δεν έχει άλλο να κάνει, παρά να κλώθει)
- υποκοριστικό ονομάτων (συχνά και μειωτικό)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επιθήματα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)