splendide

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
splendide splendides

Επίθετο

[επεξεργασία]

splendide (fr) αρσενικό ή θηλυκό