sleigh
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
[
επεξεργασία
]
a horse-drawn
sleigh
(
ιππήλατο
έλκηθρο
)
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
sleigh
<
ολλανδική
slee
Προφορά
[
επεξεργασία
]
ΔΦΑ
: /
sleɪ
/
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
sleigh
(en)
έλκηθρο
Κατηγορίες
:
Προέλευση λέξεων από τα ολλανδικά (αγγλικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
Αγγλική γλώσσα
Ουσιαστικά (αγγλικά)
Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
Čeština
English
Español
Eesti
Français
Galego
Magyar
Հայերեն
Ido
Italiano
日本語
ಕನ್ನಡ
한국어
Malagasy
മലയാളം
ဘာသာမန်
မြန်မာဘာသာ
Nederlands
Oromoo
Polski
Português
Русский
Simple English
Svenska
தமிழ்
Tiếng Việt
中文