straw
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]straw (en) (χωρίς παραθετικά)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
straw | straws |
straw (en)
straw (en) (χωρίς παραθετικά)
ενικός | πληθυντικός |
straw | straws |
straw (en)