denti

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
denti < dent- + -i
ρήμα denti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας dentas dentanta dentata
αόριστος dentis dentinta dentita
μέλλοντας dentos dentonta dentota
υποθετική dentus - -
προστακτική dentu - -

denti (eo)

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

denti (io)