cheque
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cheque (en)
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]cheque (es)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
cheque | cheques |
cheque (pt) αρσενικό
- η επιταγή