neighbor

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
neighbor neighbors

neighbor (en)

ενεστώτας neighbor
γ΄ ενικό ενεστώτα neighbors
αόριστος neighbored
παθητική μετοχή neighbored
ενεργητική μετοχή neighboring

neighbor (en)