Adler

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Adler (de) αρσενικό (πληθυντικός Adler)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]
  • Aar αρσενικό

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler

  1. (αστερισμός) Αετός
  2. επώνυμο (ανδρικό ή γυναικείο)
  • Familienforschung in Westpreußen, ανακτήθηκε στις 20/8/2023 [1], [2]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Adler < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler θηλυκό

  • Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 [3], [4]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Adler < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler αρσενικό ή θηλυκό

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [5]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Adler < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler αρσενικό ή θηλυκό

  • Louis Duchesne, Les noms de famille au Québec : aspects statistiques et distribution spatiale, Institut de la statistique du Québec, 2006, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [6]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Adler < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [7]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Adler < λείπει η ετυμολογία

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Adler αρσενικό ή θηλυκό

  • Priimki (A-F), Slovenija, letno, Vlada Republike Slovenije Statistični Urad Republike Slovenije (Επώνυμα (A-F), ετήσια, Κυβέρνηση της Δημοκρατίας της Σλοβενίας, Στατιστική Υπηρεσία της Δημοκρατίας της Σλοβενίας), ανακτήθηκε 31/8/2023, CC BY 4.0 [8]