gambler

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
gambler gamblers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
gambler < gamble + -er

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

gambler (en)