ωστόσο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /osˈto.so/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ωσ‐τό‐σο
Σύνδεσμος
[επεξεργασία]ωστόσο
- (αντιθετικός] παρατακτικός σύνδεσμος) εισάγει πρόταση στην οποία εκφράζεται αντίθεση, αντιρρήσεις ή επιφυλάξεις σε κάτι που ειπώθηκε προηγουμένως
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ωστόσο
Πηγές
[επεξεργασία]- ωστόσο - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ωστόσο - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)