su
Βασκικά (eu)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsu (eu)
Ισπανικά (es)
επεξεργασίαΑντωνυμία
επεξεργασίαsu (es)
Δείτε επίσης
επεξεργασίακατεχόμενο | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
πριν | μετά ή μόνο του | |||||||||
ενικός | πληθυντικός | ενικός | πληθυντικός | |||||||
αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | αρσενικό | θηλυκό | |||
κάτοχος | ενικός | 1ο πρόσωπο | mi | mis | mío | mía | míos | mías | ||
2ο πρόσωπο | tu | tus | tuyo | tuya | tuyos | tuyas | ||||
3ο πρόσωπο | su* | sus* | suyo* | suya* | suyos* | suyas* | ||||
πληθυντικός | 1ο πρόσωπο | nuestro | nuestra | nuestros | nuestras | nuestro | nuestra | nuestros | nuestras | |
2ο πρόσωπο | vuestro | vuestra | vuestros | vuestras | vuestro | vuestra | vuestros | vuestras | ||
3ο πρόσωπο | su* | sus* | suyo* | suya* | suyos* | suyas* |
* Χρησιμοποιείται επίσης στον ενικό και στον πληθυντικό ευγενείας.
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαsu (it)
Λιθουανικά (lt)
επεξεργασίαΠρόθεση
επεξεργασίαsu (lt)
Τουρκικά (tr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- su < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική صو (su) < (κληρονομημένο) πρωτοτουρκική *sub.[1] Συγγενές: παλαιά τουρκική 𐰽𐰆𐰉 (suv, νερό)[2]
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαsu (tr)
- νερό
- Su içmek istiyorum. - Θέλω να πιώ νερό.
- χυμός
- taze sıkılmış portakal suyu - φρεσκοστυμμένος χυμός πορτοκαλιού
Παράγωγα
επεξεργασίαΑναφορές
επεξεργασία- ↑ su στο αγγλικό Βικιλεξικό
- ↑ su - μονόγλωσσο τουρκικό Ετυμολογικό Λεξικό «Türkçe Etimolojik Sözlük» (2002) του Σεβάν Νισανιάν