geografo
Εσπεράντο (eo)
επεξεργασίαπτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | geografo | geografoj |
αιτιατική | geografon | geografojn |
Ετυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgeografo (eo)
Ιταλικά (it)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαgeografo (it)